Το 37% χρησιμοποιεί τις αποταμιεύσεις του για να τα βγάλει πέρα
Τις επιπτώσεις της ακρίβειας στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων και, ειδικότερα, στη μείωση της κατανάλωσης βασικών ειδών διατροφής, την πορεία εξέλιξης των αμοιβών και του χρόνου εργασίας των εργαζομένων, καθώς και την άποψή τους για την αποτελεσματικότερη προστασία των εργασιακών δικαιωμάτων τους, παρουσιάζει η ειδική θεματική έρευνα κοινής γνώμης, που έδωσαν στη δημοσιότητα η Γενική Συνομοσπονδία Εργατών Ελλάδας (ΓΣΕΕ) και το Ινστιτούτο Εργασίας.
Η ΓΣΕΕ και το Ινστιτούτο Εργασίας έδωσαν στη δημοσιότητα τα αποτελέσματα ειδικής θεματικής έρευνας κοινής γνώμης, που υλοποιείται σε συνεργασία με την εταιρεία Alco, και απευθύνεται σε εργαζόμενους ιδιωτικού τομέα, για την καταγραφή-μέτρηση αποτίμηση δεικτών σχετικά με την αγορά εργασίας.
Ειδικότερα, τα βασικότερα ευρήματα της έρευνας συνοψίζονται ως εξής:
- Το 90% των εργαζομένων δηλώνει ότι έχει μειώσει την κατανάλωση βασικών αγαθών, εξαιτίας της ακρίβειας. «Πολύ» απαντά το 18%, «αρκετά» το 51% και «λίγο» το 21%. Αντίστοιχα, το 16% δηλώνει «καθόλου». Η κλιμάκωση της μείωσης της κατανάλωσης διαφοροποιείται στις κατηγορίες βασικών αγαθών «ψύξη-θέρμανση», «ψαρικά», «κρέας», «γαλακτοκομικά», «φρούτα-λαχανικά».
- Το χαμηλό επίπεδο των διαθέσιμων εισοδημάτων των εργαζομένων αναδεικνύεται από το γεγονός ότι το 30% δηλώνει ότι δεν διαθέτει αποταμιεύσεις και, παράλληλα, ένα 37% αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει τις αποταμιεύσεις του, για να καλύψει τις τρέχουσες ανάγκες αγοράς βασικών αγαθών.
- Ως προς το αποτελεσματικότερο μέσο για την προστασία του βιοτικού επιπέδου, το 43% δηλώνει ότι είναι η αύξηση των μισθών, το 33% η μείωση του ΦΠΑ και των φόρων κατανάλωσης, το 24% ο έλεγχος τιμών. Η επιλογή «επιδόματα» δεν επιλέχθηκε από κανέναν ερωτώμενο (0%).
- Το 64% των εργαζομένων σημειώνει ότι δεν έλαβε καμία αύξηση στον μισθό του κατά το έτος 2023 και το 34% επισημαίνει ότι έλαβε κάποια αύξηση. Εκτιμάται ότι η μεγάλη πλειονότητα αυτών που δήλωσαν ότι έλαβαν κάποια αύξηση, είναι αυτοί που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό, ο οποίος αυξήθηκε κατά το έτος 2023.
- Το 52% θεωρεί ότι δεν θα λάβει κάποια αύξηση στον μισθό του, μετά την απόφαση για το “ξεπάγωμα” των τριετιών και το 26% θεωρεί ότι θα λάβει. Το γεγονός ότι το 22% επιλέγει την απάντηση «δεν γνωρίζω» καταδεικνύει τη σύγχυση που επικρατεί στους εργαζόμενους σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα.
- Το 72% δηλώνει ότι δεν εργάζεται παραπάνω από το κανονικό ωράριό του, ενώ το 24% δηλώνει ότι εργάζεται παραπάνω.
- Το 48% αυτών που αναφέρουν ότι εργάζονται παραπάνω από το κανονικό ωράριό τους δηλώνει ότι δεν αμείβεται για τις υπερωρίες του.
- Τέλος, η συντριπτική πλειονότητα των εργαζομένων, με ποσοστό 81%, θεωρεί ότι τα εργασιακά δικαιώματα προστατεύονται καλύτερα με τη σύναψη Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας έναντι του 9% που επιλέγει την ατομική διαπραγμάτευση».
«Η ελληνική οικονομία και κοινωνία, μετά την πολυετή λιτότητα, βρίσκεται μπροστά σε ένα “κύμα” ακρίβειας σε βασικά αγαθά και υπηρεσίες και στασιμότητας των εισοδημάτων, που απειλεί την αγοραστική δύναμη και το βιοτικό επίπεδο πολλών εργαζόμενων νοικοκυριών. Είναι αναγκαίο να υλοποιηθεί άμεσα ένα μείγμα παρεμβάσεων αύξησης των μισθών και ενίσχυσης των εργασιακών δικαιωμάτων, έτσι ώστε να προστατευτεί στον μέγιστο δυνατό βαθμό το βιοτικό επίπεδο μισθωτών και, κυρίως, των χαμηλότερα αμειβόμενων. Η ενίσχυση των κλαδικών συλλογικών συμβάσεων εργασίας και της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, μέσω του δικαιώματος της ΓΣΕΕ και των εργοδοτικών οργανώσεων να καθορίζουν τον κατώτατο μισθό, είναι επιτακτική», επισημαίνει η ΓΣΕΕ.